Η εμμηνόπαυση, ένα φυσιολογικό βιολογικό φαινόμενο που αφορά όλες τις γυναίκες, είναι η περίοδος της ζωής μετά την τελευταία έμμηνο ρύση (ΕΡ) που χαρακτηρίζεται από μόνιμη παύση της λειτουργίας των ωοθηκών. Η μεταβατική περίοδος πριν και μετά την οριστική παύση της ωοθηκικής λειτουργίας ονομάζεται κλιμακτήρας, ονομασία που τείνει ν’ αντικατασταθεί από τον όρο περιεμμηνοπαυσιακή περίοδος. Στις ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ η μέση ηλικία εμμηνόπαυσης είναι μεταξύ 49–51 ετών.
Έχει αναφερθεί σημαντικά χαμηλότερη ηλικία σε χώρες με χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο. Πάντως, δεν είναι γνωστοί οι παράγοντες που καθορίζουν την ηλικία της εμμηνόπαυσης αν και αναφέρεται κληρονομική προδιάθεση, ούτε υπάρχει συσχέτιση με την ηλικία εμμηναρχής, τον τύπο του κύκλου, τον αριθμό κυήσεων ή τη σεξουαλική ζωή. Επίσης, η εμμηνόπαυση εμφανίζεται νωρίτερα στις καπνίστριες.
Η εμφάνιση της εμμηνόπαυσης μεταξύ 40–50 ετών χαρακτηρίζεται ως πρώιμη (early). Πριν την ηλικία των 40 ετών χαρακτηρίζεται πρόωρη (premature) εμμηνόπαυση, ή καλύτερα ως πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια, με συχνότητα ~1% στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας και στις περισσότερες περιπτώσεις η αιτιολογία της είναι άγνωστη. Πιθανότατα να οφείλεται σε πρώιμη εξάντληση των θυλακίων ή σε ελαττωμένη απάντησή τους στη διέγερση των γοναδοτροφινών.
Σε ποσοστό 30–50% των γυναικών με πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια διαπιστώνονται αυτοαντισώματα έναντι των στεροειδοπαραγωγών κυττάρων, με λεμφοκυτταρική διήθηση των ωοθηκών στη βιοψία και συνύπαρξη άλλης αυτοάνοσης ενδοκρινοπάθειας (π.χ. μυασθένεια, θυρεοειδίτιδα Hashimoto). Άλλα αίτια είναι τα ιατρογενή, όπως η χειρουργική αφαίρεση, η καταστροφή λόγω χημειοθεραπείας (κυκλοφωσφαμίδη, βουσουλφάνη) ή ακτινοβολίας των ωοθηκών (~800 rads σε ηλικία >30 χρόνων).
ΜΕΤΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ ΤΟΝ ΔΙΑΒΗΤΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ. ΑΘΗΝΑ 2004